Στη φάση των αλλαγών,
στην αποδοχή της ανάγκης για αλλαγή με όσα αυτή συνεπάγεται,
κάνω συμφωνία και ψιλή κουβέντα,
με θέλω και θέλεις,
με μπορώ και μπορείς,
με ανάγκη μου και ανάγκη σου,
με τούτα και με κείνα,
με φόβο κι ενέργεια,
με ευαλωτότητα και δύναμη,
με φωνές πολλές στο κεφάλι και μια πιο δυνατή, αυτήν που λέει
σκάστε τώρα εγώ μιλάω,
με ένα μπορείς μπροστά κι ένα αλήθεια μπορώ (;) παραδίπλα,
με μια παραδοχή του παρελθόντος από φωνή γνωστή
«εσένα δε σε φοβάμαι, θα τα καταφέρεις»
κι ένα βάρος μιας ζωής και μια πικρή διαπίστωση,
ξέρεις, δεν τα πήγα τελικά όσο καλά θα ήθελες,
πάτωσα στις εξετάσεις…
Αλλάζω ίσον μπορώ,
αλλάζω ίσον και θέλω,
ο χρόνος τρέχει και πονά
η κάθε απώλεια
δίνει σουβλιές στου καιρού τα γυρίσματα
και κείνο το κόκαλο σιγοκλαίει μέχρι να το κανακέψεις,
εντάξει, κατάλαβα…
«Δε σταματώ, ξημερώνει και φεύγω»
Απ’ όσα λάθος έμαθα,
Απ’ όσα βαρίδια κουβαλώ,
Απ’ όσα δεν έπιασε το μυαλό αλλά τα χέρια…
Εν μέσω ψηφοφορίας δυσπιστίας, ανάγκης τοποθέτησης κι άλλων συνόρων, προστατευτικού πλέγματος και ζωής και αλήθειας και γλώσσας και ιστορίας
Οι πόλεμοι τώρα κόβουν με το βαμβάκι
Λίγοι ματώνουν…
«Δε σταματώ, ξημερώνει και φεύγω»
Κι όσο οι τουρμπίνες παίρνουν φωτιά, τόσο πιο κοντά έρχεται το όνειρο.