Θα ήθελα να γράψω ωραία λόγια και γι’ αυτά τα αιματοβαμμένα Χριστούγεννα. Θα ήθελα να μπορώ να σταθώ με ειλικρίνεια και δύναμη απέναντι στα γεγονότα ή να γίνω άριστη στην τέχνη του κάνω ότι δε βλέπω, ότι όλα είναι καλά και φέτος, κλείσε τα μάτια, προχώρα, πάντα έτσι ήταν.
Θα ήθελα να μπορώ να δώσω ειλικρινή ελπίδα στον κόσμο, να του πω να μη λιγοψυχά, να μη χάνει το δρόμο του που κανονικά θα έπρεπε να δείχνει μόνο στο καλό, στο Φως, στην αγάπη, στην προκοπή, στην εξέλιξη, μα, ποιά είμαι εγώ;
Θα ήθελα να σταθώ μπροστά στ’ αδέρφια όλου του κόσμου για να τους πω ένα λόγο παρηγοριάς, να γίνουν όλα ξαφνικά όπως στο παιδικό μυαλό μας συντηρούσαμε για λίγα χρόνια, μέχρι που ήρθε η αγριάδα της ωριμότητας. Να μπορούσα να εξαφανίσω τους δολοφόνους της χαράς θα ήθελα. Τους επαγγελματίες ψεύτες να έκανα σκόνη. Τους δολοφόνους των λαών, τους εχθρούς μέσα κι έξω.
Θα ήθελα να μπορώ να δω, έστω για πρώτη φορά τους ανθρώπους στα τραπέζια να λένε μόνο αλήθεια, να κοιτάζουν με αλήθεια στα μάτια, να νιώθουν αληθινά και να εκφράζονται αληθινά, να αισθάνονται πραγματική χαρά, να μην κρύβουν αυτά που τους πονούν και αυτά που τους κάνουν να χαίρονται. Θα ήθελα να μιλούν. Να μοιράζονται. Να θέλουν πραγματικά.
Θα ήθελα να εξαφανίσω το ψέμα και την υποκρισία, την ανειλικρίνεια, τις ψεύτικες σχέσεις, τις προδομένες φιλίες, όσα λέμε και άλλα εννοούμε να κάνω στάχτη.
Πολλά θα ήθελα.. Να νιώθω ζεστά, να αγαπώ πολύ, να βλέπω καθαρά. Να πιστεύω. Να ακούω. Να αντιδρώ. Να έχω θέληση. Να βοηθώ. Να είμαι εδώ, στο τώρα. Θα ήθελα κυρίως να μπορώ!
Να έχω πρόχειρα δυο λόγια χαράς και αισιοδοξίας να πω στους νέους για το μακρύ ταξίδι στη ζωή. Ότι ο κόσμος είναι όμορφος. Ότι πάντα υπάρχει ελπίδα. Ότι όλα θα βρουν το δρόμο τους και οι άνθρωποι που τώρα νιώθουν χαμένοι θα ξαναβρούν το βηματισμό τους. Ότι αξίζει να κοπιάζουν για τη ζωή, για το μέλλον που θα ήθελαν να έχουν. Ότι στην αβεβαιότητα των καιρών, θα έρθει σύντομα η στιγμή που όλα θα έχουν νόημα και ουσία, ότι θα φωτίσουν τα στενά που τώρα περπατούν και το εφηβικό τους όνειρο θα γίνει πραγματικότητα.
Ότι ο κόσμος θα αλλάξει. Ότι τον κόσμο θα τον αλλάξουμε.
Θα ήθελα.
Αλλά δε μου αρέσει να λέω ψέματα. Κι ας ζω μέσα στο ψέμα. Κι ας άφησα να φύγει η μισή ζωή χωρίς να παλέψω πολύ για την αλλαγή που ήθελα, για την αλλαγή που λαχταρώ. Μέχρι να σπάσει το παλιό, να χαθεί το κακό, να τσακίσει μέσα μου το κάθε λάθος, οφείλω να προσπαθώ, οφείλω να αναγεννηθώ ξανά και ξανά και ξανά.
Ένα είναι σίγουρο, ότι μόνη δεν μπορώ, ότι μόνος κανένας δεν μπορεί, ότι άνθρωπος χωρίς άνθρωπο δεν έχει γλύκα, ότι χωρίς Αυτόν που γεννήθηκε για το Φως που αναζητούμε βουτηγμένοι στα βαθειά σκοτάδια μας, δε γίνεται… “Μας παιδεύει η ασυμπλήρωτη προσφορά.
Τώρα που πορεύομαι στο σκοτάδι, χωρίς τη χαρά των δώρων, μονάχος, δεν έχω παρά τον εαυτό μου να δώσω. Εν συντριβή βαδίζοντα..”
…. …. …. …. …. ….
Έπρεπε νάμαστε τρεις.
Αν δεν ήταν τόσο σκοτάδι,
θα καταλάβαινα ίσως, γιατί
έχω μείνει τόσο μονάχος.
Πόσο έχω ξεχάσει.
Πρέπει απ’ αρχής πάλι το ταξίδι
ν’ αρχίσει.
Πότε ξεκινήσαμε, τότε, οι τρεις;
Ή μήπως, κάποτε, είχαμε ανταμώσει…
Μαζύ πορευτήκαμε ένα διάστημα,
όσο μας οδηγούσε άστρο λαμπρό.
Αυτό άλλαξε την οδό ή εγώ
τίποτα πια να δω δεν μπορώ;
Πού βρίσκομαι τώρα, σε τέτοιον καιρό,
σκληρό, ανένδοτο, δύσκολο,
εγώ, ανήσυχος, βιαστικός.
Μήπως κι’ η ώρα πλησίασε;
Πού να το ξέρω!
Πού είναι τα δώρα;
είχαμε τότε τοιμάσει δώρα
ήμερα, ήσυχα
δώρα ημών των ταπεινών, χρυσόν
λίβανον και σμύρναν άλλοτε
με θαυμασμό κι’ ευλάβεια τού φέρναμε.
Τώρα σ’ αυτόν τον καιρό
σίδερο, κεραυνό και φωτιά.
Ήμασταν τρεις,
τώρα κανέναν άλλον δε βλέπω
κι’ αισθάνομαι τα χέρια μου
πότε άδεια, πότε βαριά.
Βασιλείς τότε προς τον βασιλέα
του κόσμου, τώρα κανείς
δε βασιλεύει με βεβαιότητα.
Σκοτάδι βαρύ. Ποιος μ’ οδηγεί;
Δίχως συντροφιά,
δίχως άστρο κανένα πηγαίνω.
Μόνη προσφορά, η μεγάλη που γνωρίζω,
συμφορά της στέρησής Του.
Τι να προσφέρω σημάδι ευλάβειας
κι’ υποταγής; Εμείς, άνθρωποι
της παράφορης τούτης εποχής,
τι μπορούμε, δικό μας, ευτυχείς
να Του δώσουμε; Είναι ανάγκη
να βρούμε την προσφορά.
Τίποτα δεν προσφέρει της ψυχής μας
ο τόσος αγώνας.
Χρυσόν, λίβανον και σμύρναν
άλλοτε, δώρα απλά.
Μας παιδεύει η ασυμπλήρωτη προσφορά.
Τώρα που πορεύομαι στο σκοτάδι,
χωρίς τη χαρά των δώρων, μονάχος,
δεν έχω παρά τον εαυτό μου να δώσω.
Εν συντριβή βαδίζοντα
Ζωή Καρέλλη, Το ταξίδι των μάγων (1955)
Photo by Kieran White on Unsplash
Καλά Χριστούγεννα Ελπίδα. Με υγεία και αγάπη.
Ευχαριστώ πολύ Ειρήνη! Καλά Χριστούγεννα!