Η ευθανασία του Γορίλα και η βιοηθική…
Γεννήθηκε στο χαλάκι της κουζίνας ένα κρύο βράδυ Φεβρουαρίου, το 2011. Είχε εφτά αδέρφια. Ήταν προστατευτικός ως ο πιο μεγαλόσωμος, και ήταν αυτός που τα αγκάλιαζε και τα κρατούσε ζεστά στο καλαθάκι τους. Τον τέταρτο μήνα της ζωής του τ’ αδέρφια του υιοθετήθηκαν αλλά θέλαμε να κρατήσουμε το δυνατό αγόρι να μας προστατεύει με την αγάπη του.
Θυμάμαι, μωράκι ακόμα, είχε φάει τόσο πολύ από την τρυπημένη σακούλα της ξηράς τροφής, που έπιανα αμάσητα στην κοιλιά του τα κομμάτια. Έμαθε από μικρός να δίνει ποδαράκι. Καθόταν ήσυχος. Δεν γάβγιζε ιδιαίτερα, ήταν εκφραστικός με το δικό του τρόπο, επικοινωνούσε διαφορετικά. Δεν έπαιζε. Ποτέ δεν του άρεσε το παιχνίδι. Κανένα μπαλάκι ή πλαστικό και χνουδωτό παιχνίδι δεν μπορούσε να τον δελεάσει, αλλά δεν ήταν και καλύτερο από το κυνήγι μιας γάτας ή ενός σκαντζόχοιρου ή μιας σαύρας.
Λίγα λόγια και καλά ήταν τα λόγια τα δικά του. Ήταν δυνατός. Πολύ δυνατός. Είχε το νου του στην πόρτα και κάθε πρωί χαιρετούσε τους γείτονες που έφευγαν για τη δουλειά τους. Ήξερε ποιοι τον αγαπούν και τους ξεχώριζε. Αν δεν μπορούσε να ησυχάσει κοντά σε κάποιον και τον φοβόταν μας έβαζε σε σκέψεις. Αν αυτός ήταν κάποιος μάστορας, δεν ξανάμπαινε στο σπίτι. Αν ήταν φίλος ή γνωστός, το ίδιο. Όποιος περνούσε τον έλεγχο του Γορίλα ήταν καλοδεχούμενος και για μας.
Πάθαινε κρίσεις επιληψίας από μωρό και άντεχε. Άντεχε τα πάντα. Γερή καρδιά. Φοβόταν στην αρχή και μας έψαχνε, ήθελε να είναι κοντά μας όταν ένιωθε πως έρχεται μια κρίση, μέχρι που μεγάλωσε και προτιμούσε να κρύβεται κάτω από τους θάμνους. Δεν του άρεσαν οι βόλτες με το αυτοκίνητο. Προτιμούσε την ησυχία του στο βουνό. Του άρεσαν οι βόλτες στο βουνό. Μύριζε τα πάντα έως εξαντλήσεως. Περπατούσε καμαρωτά και σταθερά. Γυάλιζε το τρίχωμά του στον ήλιο. Καμιά φορά γινόταν πεισματάρης, δεν ήθελε να γυρίσουμε σπίτι, ήθελε μια βόλτα ατέλειωτη.
Μέχρι που και αυτές οι βόλτες έγιναν βάσανο και ταλαιπωρία. Άρχισε να δυσκολεύεται, να κουράζεται πολύ, να περπατά αργά και να παραπατά. Περιοριστήκαμε στην αυλή. Έκανε και μέσα στην αυλή μικρές βόλτες, μέχρι που και αυτές λιγόστεψαν. Κοιμόταν περισσότερο. Άλλαζε μόνο θέσεις και μετά ούτε αυτό. Έμενε εκεί που από το πρωί θα έβρισκε ως την ιδανική θέση.
Έγιναν πιο έντονα τα κινητικά προβλήματα. Στην αρχή λίγο, μετά περισσότερο, ώσπου δεν μπορούσε να σταθεί. Η σπονδυλική του στήλη δεν τον κρατούσε πια. Το σώμα χωρίστηκε στα δύο. Άρχισε να εξασθενεί προσπαθώντας να συρθεί από το ένα σημείο στο άλλο, να ανοίγει πληγές, να μην ελέγχει τίποτα. Και το ένα έφερε το άλλο.
Η φθορά είχε κάνει αισθητή την παρουσία της, λίγο απότομα, κάπως ξαφνικά. Έκανε μικρά, κοφτά, τρυφερά γουφ, τάχα πως ακόμα μπορεί να είναι ο προστάτης μας. Μετά ούτε αυτό. Σταμάτησε. Απλά σταμάτησε. Δεν άκουγε. Δεν έβλεπε καλά. Άρχισε ο αγώνας να κρατηθεί αλλά η φωνή του δεν ακούστηκε ποτέ. Ένιωθε άσχημα όταν άρχισε να λερώνεται. Κι απομακρυνόταν. Όλο κι απομακρυνόταν, δίνοντας χρόνο και σε μας να συνηθίζουμε στην ιδέα. Οι θεραπείες και η βοήθεια δεν ήταν πια αρκετές στο μη αναστρέψιμο.
Σταμάτησε να τρώει. Κοιμόταν και όταν δεν κοιμόταν, έκανε εμετούς. Θα πέθαινε, δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία. Η κατάσταση χειροτέρευε και αυτός προσπαθούσε. Μα είχε αρχίσει να αδυνατίζει, τα κόκαλα του ξεχώριζαν πια, δεν αντέξαμε να τον αφήσουμε να ταλαιπωρείται άλλο.
Ένα θέμα που μας απασχόλησε έντονα, που δεν μας άφησε να ησυχάσουμε, ήταν το αν έπρεπε να τον αφήσουμε να ξεψυχήσει κάποια στιγμή ή να προχωρήσουμε σε ευθανασία. Πώς να πάρουμε τέτοια απόφαση; Αναζήτησα πληροφορίες για την πράξη, για τη βιοηθική, για όσα απασχολούν όλους τους ιδιοκτήτες κατοικίδιων.
Έχουμε οι άνθρωποι δικαίωμα να αποφασίζουμε για τα κατοικίδια μας; Ποιος μας δίνει το δικαίωμα; Ποιο είναι τελικά το καλό του; Πόσες σκέψεις πέρασαν, πόσες απορίες, πόσα μην το κάνεις και πόσα κάντο να μην υποφέρει άλλο…
Ο όρος ευθανασία είχε πέσει ξανά στο τραπέζι νωρίς, πολύ νωρίς, όταν έγινε η διάγνωση της επιληψίας του. Τότε μας έκριναν ότι δεν έχουμε δικαίωμα να τον αφήσουμε να ταλαιπωρείται από αυτές κι ότι έτσι κι αλλιώς δεν επρόκειτο να ζήσει πολλά χρόνια. Δεν το κάναμε τότε και έζησε τόσο ευτυχισμένο που θα ήταν έγκλημα να του είχαμε στερήσει τη ζωή δεκατεσσάρων χρόνων!
Να που ξανά χρειάστηκε να μιλήσουμε για επιλογή, μετά από τόσα χρόνια. Δεν ξέρω αν επιλέξαμε σωστά, δεν ξέρω αν έπρεπε να του αφήσουμε το περιθώριο να σβήσει μόνο του, δεν ξέρω αν είναι αμαρτία, λάθος, δεν ξέρω τίποτα. Η πράξη έγινε σπίτι μας, στο κρεβατάκι του, στην αγκαλιά μας. Η διαδικασία διήρκεσε μερικά δευτερόλεπτα. Κι αυτό ήταν.
Η εκτίμηση της κατάστασής του από τον γιατρό μας ήταν καθοριστική, καθώς δεν υπήρχε περιθώριο βελτίωσης της υγείας του ή κάτι άλλο που μπορούσαμε πια να του προσφέρουμε. Η πορεία του ήταν προδιαγεγραμμένη και το μόνο που έμενε ήταν να τον αφήσουμε μέχρι εκεί που η καρδιά του δεν θα άντεχε ή να τον ανακουφίσουμε μια ώρα αρχύτερα. Η ανύπαρκτη ποιότητα ζωής του, η εμφανής ταλαιπωρία του στένευαν και τα δικά μας περιθώρια. Είμαστε ικανοί να αντέξουμε μαζί του αυτή τη φθορά μέχρι την κατάληξη;
Οι ηθικοί προβληματισμοί μας κυρίως, η συναισθηματική μας εμπλοκή και ο ψυχικός μας πόνος γινόταν ένα με άλλες σκέψεις που περιέπλεκαν το κουβάρι της απόφασης. Δεν είναι κακοποίηση και δολοφονία η ευθανασία σε ένα ζώο που δεν μπορεί να επιλέξει για τον εαυτό του; Κι αν το ίδιο το ζώο είχε την επιθυμία για ζωή ή μη ζωή, πώς θα είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε; Κι αν η επιθυμία του ήταν να τελειώνει γιατί υποφέρει και δεν αντέχει άλλο, πώς θα μπορούσε να μας το δώσει να το καταλάβουμε; Πού μπορεί να υπάρχει ισορροπία στην πράξη αυτή που ηθικά δεν στέκει; Αλλά μήπως και η αναμονή του προκαθορισμένου τέλους δεν είναι κακοποίηση; Το να κρατάς στη ζωή με χίλιους τρόπους κάποιον που έχει ήδη φύγει, είναι ηθικό και σωστό ή μήπως είναι κι αυτό κακοποίηση;
Τα ζώα συντροφιάς αντιμετωπίζονται από τη νομοθεσία ως αντικείμενα δικαίου, διαβάζω σε μια διατριβή, και πως οι ιδιοκτήτες ως νομικά υπεύθυνοι για τα ζώα τους αποφασίζουν και για την τύχη τους. Μα για μας ο Γοριλάκος ήταν άλλο ένα άτομο στην οικογένεια. Διαβάζω για το παραμελημένο πεδίο της Ηθικής των Ζώων Συντροφιάς, το οποίο είναι ένα πεδίο που αλληλοκαλύπτεται σημαντικά με αυτά της Ηθικής των Ζώων, της Ηθικής της Οικογένειας και της Ηθικής της κτηνιατρικής Υγείας, αν και δεν αποτελεί απλώς μια υποκατηγορία οποιουδήποτε από τα ανωτέρω διακριτά πεδία της Βιοηθικής (Yeates & Savulescu 2017) και σκέφτομαι το σωστό και το λάθος στη ζωή, πότε ξέρουμε ότι κάνουμε το σωστό και πότε το λάθος;
Προχωρώντας στο δημοσίευμα της καθηγήτριας κ. Χρυσάνθης Σαρδέλη, διαβάζω πάλι ότι «οι πέντε ελευθερίες», δηλαδή το δικαίωμα διαβίωσης σε κατάλληλο περιβάλλον, το δικαίωμα διατροφής με κατάλληλη δίαιτα, το δικαίωμα ελεύθερης εκδήλωσης φυσιολογικής συμπεριφοράς, το δικαίωμα διαβίωσης μαζί με ή χωριστά από άλλα ζώα, το δικαίωμα προστασίας από πόνο, ταλαιπωρία, τραυματισμό και νοσήματα, συχνά καταλήγουν να παραβιάζονται με διάφορους τρόπους και οι κτηνίατροι είναι η πρώτη και συχνά η μόνη γραμμή προστασίας αυτών των ζώων. Οι κτηνίατροι πρέπει να έχουν γνώση των δικαιωμάτων των ζώων συντροφιάς και να έχουν εκπαιδευτεί στην Ηθική των Ζώων Συντροφιάς, καθώς ένα από τα επαγγελματικά τους καθήκοντα είναι να ενημερώνουν τους ιδιοκτήτες για τα δικαιώματα αυτά και να διαφυλάττουν την υγεία των ασθενών τους καθώς και την ευημερία τους. Πέραν αυτών, οι κτηνίατροι θα πρέπει να είναι ικανοί να λαμβάνουν υπόψη και να συζητούν έννοιες σχετικές με την σχέση ανθρώπου-ζώων, όπου σημαντικά θέματα περιλαμβάνουν τι σημαίνει «συγκατάθεση» στην κτηνιατρική πράξη, αν οι κλινικοί κτηνίατροι είχαν επαγγελματική αυτονομία, τι ισχύ μπορούν να ασκούν οι ιδιοκτήτες πάνω στα ζώα τους, κατά πόσο η ιδιοκτησία είναι η καλύτερη σχέση και για τις δύο πλευρές, δηλ. ποιος έχει τα προσόντα/δικαιώματα να λαμβάνει αποφάσεις τερματισμού της ζωής εκ μέρους των ζώων κ.λπ. (Yeates & Savulescu 2017)»
Δύσκολα ζητήματα, ιδιαίτερα και ευαίσθητα. Πώς λοιπόν να πάρουμε για σένα τέτοια απόφαση καλέ μου; Μακάρι να είχες μιλιά, μακάρι να μπορούσες να μας πεις τί να κάνουμε. Μα και η φίλη σου, το Μικιό, απομακρύνθηκε από σένα πολλές μέρες. Δεν ήθελε να είναι κοντά σου, σα να φοβόταν, σαν κάτι να ένιωθε, μα και πάλι κάποιες λίγες φορές ερχόταν κοντά σου να σε μυρίσει και πάλι να φύγει…
Αποσβολωμένη έμεινα να κοιτάζω τη στιγμή που κόπηκε η ζωή σου και σταμάτησε η καρδιά σου καρδιά μου. Τόσο ήρεμα, τόσο σύντομα, τόσο απλά μαλάκωσε το σώμα σου από το σφίξιμο του πόνου.
Ευχαριστίες πολλές οφείλουμε στον κτηνίατρο που με αγάπη και λεπτότητα μας εξήγησε όσα ήταν αδύνατο μέσα στον πόνο μας να καταλάβουμε. Στον πόνο το μυαλό δυσκολεύεται και η ηθική προέκταση της ευθανασίας είναι ένα κεφάλαιο που δεν γνωρίζουμε.
Μια φίλη μού είπε, πως είναι το δώρο μας σε αυτόν, το να τον βγάλεις από τη δυστυχία του είναι μια αγαπητική πράξη. Μπορεί. Δεν έχω καταλήξει ακόμα. Σίγουρα όμως, βλέποντας πια από απόσταση πέντε μηνών το γεγονός, ίσως να ήταν και δώρο τελικά.
Συγγνώμη αγάπη μου, αν κάναμε λάθος. Θα σε θυμόμαστε πάντα!