Η επιστροφή στη δουλειά μετά την απώλεια
Ο θάνατος ενός ανθρώπου είναι μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές στη ζωή των προσφιλών του προσώπων, μια κατάσταση με συναισθηματική φόρτιση και συμπεριφορικό μούδιασμα.
Το πένθος είναι η φυσική, ψυχολογική διεργασία μέσα από την οποία μαθαίνουμε να δεχόμαστε τον θάνατο – μπορεί να διαρκέσει μήνες ή χρόνια αλλά, σε κάθε περίπτωση, το πένθος είναι μια προσωπική διαδρομή που δεν μπορεί να περπατήσει κανένας στα παπούτσια μας.
Την προηγούμενη εβδομάδα, η 30η Αυγούστου ήταν για την Αμερική η Ημέρα αφιερωμένη στο Πένθος (#GriefAwarenessDay), με ιδιαίτερη έμφαση στην επάνοδο στην εργασία για τους ανθρώπους που πενθούν. Παρακάτω είναι μερικά σημεία που αξίζουν προσοχής γι’ αυτούς που μένουν πίσω, θρηνούν, νοσταλγούν και αποδυναμώνονται από τη μοναδική αλήθεια που έχει την ικανότητα να κλονίσει την ανθρώπινη ύπαρξη: τη βεβαιότητα του θανάτου.
Μια από τις δυσκολότερες στιγμές μετά από μια απώλεια είναι η στιγμή κατά την οποία το άτομο που πενθεί πρέπει να επιστρέψει στον εργασιακό του χώρο. Για μερικούς ανθρώπους, αυτή η επιστροφή επιτυγχάνεται με πολύ αργά βήματα, ενώ για μεγάλο διάστημα το άτομο αισθάνεται ότι υπολειτουργεί. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που παραιτούνται για μεγάλες χρονικές περιόδους από τη δουλειά ή που δεν ξαναγυρίζουν ποτέ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το πένθος ισοδυναμεί με παραίτηση.
Αντίθετα, για πολύ κόσμο, η εργασία και η ενασχόληση με δημιουργικές δραστηριότητες ή απλά με μια ρουτίνα που κρατάει απασχολημένο το μυαλό, έχει τη δυνατότητα να βοηθήσει στη γρηγορότερη επούλωση των τραυμάτων που αφήνει πίσω του ο θάνατος. Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε πραγματικά για «εργασιοθεραπεία».
Φυσικά, τίποτα τέτοιο δεν είναι εύκολη υπόθεση ή απαραίτητα επιθυμητή συνθήκη. Ως εκ τούτου, το άτομο που πενθεί αλλά και οι εργοδότες, συνάδελφοι και φίλοι των ανθρώπων που επιστρέφουν στην εργασία μετά από μια απώλεια, χρειάζεται να λάβουν υπόψη τους τα ακόλουθα:
- Η επιστροφή στην εργασία δεν μπορεί να γίνεται βιαστικά. Αυτό σημαίνει πως το άτομο που πενθεί πρέπει να αισθανθεί το ίδιο έτοιμο για μια «επανένταξη» στον κόσμο της εργασίας ή της δημιουργικής απασχόλησης.
Πρόκειται για μια προσωπική απόφαση στην οποία δεν μπορεί να παρέμβει το περιβάλλον. Τα ψυχικά αποθέματα κάθε ανθρώπου και η ποιότητα της σχέσης που είχε με το άτομο που έφυγε από τη ζωή είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που καθορίζουν το χρονικό διάστημα πριν τη μεγάλη απόφαση.
Στις πιο κλειστές κοινωνίες έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο οι άνθρωποι να καθυστερούν την επαναφορά στο καθημερινό πρόγραμμα, από φόβο για την κριτική που μπορεί να τους ασκηθεί. Φοβούνται πως ο κόσμος θα τους κατηγορήσει ότι «ξέχασαν» και η λήθη είναι τρανταχτή απόδειξη για την απουσία κάθε είδους σχέσης ή συναισθηματικού δεσίματος.
Κι όμως, η αποδοχή της απώλειας και του θανάτου δεν καταργούν τη μνήμη: αποτελούν, στο τέλος της διαδρομής, την πιο υγιή αντίδραση στην πραγματικότητα του πεπερασμένου της ύπαρξης μας.
- Τον πρώτο καιρό, οι εργασιακοί ρυθμοί για το άτομο που πενθεί θα είναι χαλαροί.
Η επιστροφή στην εργασία δεν πρέπει να γίνεται συνώνυμη της υπεραπασχόλησης. Παρόλο που αρκετοί άνθρωποι ρίχνονται με τα μούτρα στη δουλειά προκειμένου να ξεχάσουν, στην περίπτωση του ανθρώπου που πενθεί, η επάνοδος απαιτεί μικρά, σταθερά βήματα και εφικτούς στόχους.
Ας μη ξεχνάμε πως το άτομο που πενθεί έχει πληγωθεί από τη ρήξη του συναισθηματικού δεσμού και βιώνει συναισθήματα που έρχονται σε αντίθεση με τη «νηφαλιότητα» και το δυναμισμό που απαιτεί η λήψη αποφάσεων και πρωτοβουλιών στον εργασιακό χώρο.
Πρέπει να του δοθεί, επομένως, ο χρόνος και η ευκαιρία να τα δουλέψει μέσα του. Είναι απαραίτητο για το άτομο αυτό να έχει τη βοήθεια που θα του επιτρέψει να ανακαλύψει τη δύναμη για να ανοίξει την πόρτα στο αύριο.
- Το άτομο που πενθεί είναι επιρρεπές στις αλλαγές.
Ο αιφνίδιος θάνατος, από μόνος του, είναι μια τεράστια αλλαγή στα δεδομένα με τα οποία οργανώνουμε τη ζωή μας. Οι αλλαγές, από την άλλη μεριά, μας γεμίζουν ανασφάλεια κι ερωτηματικά για το τι πρόκειται να ακολουθήσει και για το ποια θα είναι η πορεία της ζωής μας από τη στιγμή της ρήξης του συναισθηματικού δεσμού και πέρα.
Το πένθος είναι μια μεταβατική περίοδος που δοκιμάζει την υπομονή και τις αντοχές μας. Το άτομο που πενθεί αισθάνεται ευάλωτο ακόμη περισσότερο εξαιτίας της απώλειας που ταρακούνησε τον κόσμο του, όπως τον γνώριζε μέχρι τότε.
Η διάθεση αυτού του ατόμου θα χαρακτηρίζεται από μεταβολές, ενώ οι εργασιακές ευθύνες θα βαραίνουν ανησυχητικά πάνω στους ώμους του. Αυτό το άτομο χρειάζεται την κατανόηση των συναδέλφων του.
Η επιστροφή στους ταχύτερους εργασιακούς ρυθμούς θα γίνει σταδιακά. Σε πρώτη φάση, αυτό που χρειάζεται το άτομο που πενθεί είναι να μπορεί να γυρίσει στη δουλειά χωρίς να πρέπει να απαντάει σε ερωτήσεις ή να απολογείται για τη συμπεριφορά και τα συναισθήματά του.
Δεν έχει ανάγκη τον οίκτο μας.
Δεν είναι υποχρεωμένο να «βγάλει από μέσα του» τον πόνο, εφόσον δεν το επιθυμεί.
Έχει την άδεια να γίνει «δυσάρεστο» στους άλλους ή δύσθυμο.
Αυτό θα συμβεί επειδή θα αισθάνεται πως κανείς δεν το καταλαβαίνει και κανένας δεν μπορεί να μπει στη θέση του – και είναι αλήθεια!
Τα έντονα συναισθήματα είναι πολύ συνηθισμένα τον πρώτο καιρό μετά την απώλεια και δεν πρέπει να εκπλήσσουν τους ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με τους συγγενείς τεθνεώτων.
- Δεν χρειάζονται θεαματικές κινήσεις συμπαράστασης για το άτομο που πενθεί. Από την άλλη μεριά, ο άνθρωπος που έχει χάσει ένα αγαπημένο πρόσωπο δεν χρειάζεται να προσπαθήσει να ικανοποιήσει τις προσδοκίες μας για γρήγορη ανάρρωση.
Ας κάνουμε γνωστό σε αυτό το άτομο πως μπορούμε να είμαστε δίπλα του όταν θα το χρειαστεί και ας το αφήσουμε ελεύθερο να επιλέξει το ίδιο τη στιγμή που θα ακουμπήσει πάνω μας για παρηγοριά και ανακούφιση από τον πόνο.
Ας μην το πιέσουμε να μας αναλύσει το συμβάν ή να μας εμπιστευτεί.
Ας μην το επιβαρύνουμε με βαρύγδουπες δηλώσεις συμπαράστασης, ιδιαίτερα εάν η σχέση μας μαζί του δεν υπήρξε ποτέ πολύ στενή.
Δεν χρειάζεται να το παίξουμε ειδικοί της ψυχικής υγείας ή να γίνουμε επικριτικοί για να το «ταρακουνήσουμε» να ξεπεράσει την απώλεια μια ώρα αρχύτερα.
Ας μην γίνουμε καυστικοί σχολιαστές της κατάστασής του με άλλους συναδέλφους. Το πένθος απαιτεί διακριτικότητα. Πρόκειται, άλλωστε, για μια προσωπική υπόθεση.