“Ποτέ πια” Σοφία Μαυροειδή Παπαδάκη
Το διαλαλούν σ’ όλες τις γλώσσες
στόματα άφωνα, ανοιχτά
σ’ απίθανες γκριμάτσες,
πρόσωπα αλλοσούσουμα απ’ τη φρίκη,
κορμιά κουλουριασμένα
στο στερνό σπασμό τους.
– Αυθεντικές φωτογραφίες,
από ευλάβεια, για την Ιστορία, κρατημένες,
απτά, καυτά στοιχεία,
για την τεκμηρίωση του Μουσείου!
Τον λεν, μέσα από πλαίσια μεγαλόπρεπα,
Πολύγλωσσες επιγραφές στους τοίχους.
Πυρό μελάνι: Ninmer mehr!
Never again!
Jamais plus!
Να γίνει μάθημα τρανό στην οικουμένη.
“Never again!” ποτέ πια, μην αξιωθεί
Χαμένου ζώου να πάρει ο άνθρωπος μορφή,
ο «κατ’ εικόνα του Θεού» πλασμένος,
στα τέσσερα να σέρνεται στη γη,
σκυλί, σκουλήκι, πίθηκος δαρμένος,
σ’ ανέλπιδη ικεσία, χωρίς φωνή.
Ανθρώπου γλώσσα –Nimmer mehr! μην ακουστεί,
να μουκανιέται
να βρυχιέται
να γρυλλίζει, «φωνή βοώντος» σε μια κόλαση εφτασφράγιστη,
την ώρα που ανοιγόκλειναν οι θόλοι,
των αερίων το κύμα να δεχτεί.
Τα στόματα των κλίβανων που χάσκουν,
βιαστείτε, άνθρωποι, φράξτε τα με λούλουδα,
βιαστείτε, άνθρωποι, πνίξτε τις κραυγές τους,
μην παν, μακάβριες μαρτυρίες, στ’ άλλα τα’ άστρα,
μην παν στους γαλαξίες και στους ήλιους,
και τη ρότα τους αλλάξουν!
Βιαστείτε, άνθρωποι,
τούτο τον προθάλαμο της κόλασης,
που ζώνει ακόμα, αγκαθερό, το τέλι,
ετούτο το λειβάδι τα’ αυχμηρό,
που μήτε ένας ασφόδελος δεν το γλυκαίνει,
οργώστε το με τα γυνιά,
τα φτυάρια, τις σκαπάνες,
τα σπλάχνα του ανασκάψτε με τα τρακτέρ,
φυτέψετε τριαντάφυλλα και δέντρα,
να κελαηδούν πουλιά στις φυλλωσιές τους,
να το λαλάν τ’ αηδόνια
και να διώχνουν τα φαντάσματα,
που στοίχειωσαν, σ’ ασάλευτη αγωνία,
μέσα σ’ αυτά τα Τάρταρα, που ξέφυγαν
ακόμα και τη φαντασία του Δάντη!
Ποιος να το πεί
και πώς να τον πιστέψουν
πώς σβήστηκεν η Γέννα του Πυρός,
να πάνε πιά στον τάφο τους
να ξαποστάσουν!
Πώς να το δουν
και πώς να το πιστέψουν,
πως έγιναν Μουσεία τα κρεματόρια
κι οι θάλαμοι των αερίων
Πινακοθήκες!
Και πως οι τοίχοι
είναι σοφά διακοσμημένοι:
με τα στερνά τους γράμματα,
τα λόγια,
τα σκαλισμένα στ’ αγκωνάρια ονόματά τους,
την τελευταία τους πνοή,
που γινε στίχος!
Πυρό μελάνι: Ninmer mehr!
Never again!
Jamais plus!
Στους τοίχους, στις προσθήκες, στις καρδιές μας˙
Έπος χρυσό, σε νέους Δελφούς, να χαραχτεί,
τραγούδι στην ηχώ να μείνει,
να το κρατήσει η Ιστορία η χρησμωδός,
να το πετά, πυρακτωμένο μύδρο,
πάνω στην περηφάνεια των ανθρώπων.
Να γίνει πίδακας ζωής ευφραντικός,
αέναος κρουνός ειρήνης,
να το πιστέψουν κι οι νεκροί κι οι ζωντανοί
πως είναι πια στυγνή προϊστορία
των μαρτύρων οι τόποι και Μουσεία.
[Από τη συλλογή Λουλούδι της τέφρας, στα Ποιητικά Άπαντα, εκδόσεις Δήμος Νεάπολης Κρήτης 2005]