Μια στιγμή αρκεί ν’ αλλάξουν όλα
Μια στιγμή αρκεί να γίνεις θύτης και θύμα. Σε μια στιγμή κάποιος σε σπρώχνει και πέφτεις στη θάλασσα. Δεν πρόκειται να σε βοηθήσει. Σ΄ αφήνει στη δίνη των απόνερων μόνο σου. Κατάμονο να μετράς τα λίγα δευτερόλεπτα μιας ζωής που έτυχε να σου χαρίσει κάποια χρόνια.
Έτυχε να σε λένε Αντώνη, και να μην έχεις φταίξει σε τίποτα. Έτυχες σε έναν κόσμο που σπρώχνει, που δεν έμαθε να αγκαλιάζει. Κι αυτός ο κόσμος ο μικρός ο μέγας, πιο μικρός και δύσκολος, πιο μεγάλος κι αχανής μοιάζει τώρα πια, μα κάποιοι απλώνουν ακόμα τα χέρια και διεκδικούν ανθρωπιά, κι ας φαίνεται να έχει χαθεί κι αυτή όπως όλα τα καλά.
Μια στιγμή είναι αρκετή ν’ αλλάξουν όλα
Μια στιγμή φτάνει για να χάσεις όσα νόμιζες ότι είχες. Αυτά που είχες, δεν υπάρχουν πια. Έρχονται στιγμές στη ζωή που τα «κεκτημένα» και οι κόποι της ζωής εξανεμίζονται, αφήνονται στην τύχη και στο μοιραίο ή στο λάθος, που ίσως, κάποιοι προκάλεσαν με αποτέλεσμα τη δική σου ζωή, την αλλαγή σε όσα μέχρι τώρα ήξερες.
Λάθη και μανία της φύσης, λάθη και κάρμα, λάθη και μοιραίο, λάθη και πόνος. Δεν χρειάζεται πολλή ώρα για ν’ αλλάξει η ζωή και όσα ξέραμε, όσα είχαμε δεδομένα ως μια συγκεκριμένη στιγμή. Να είμαστε πάντα έτοιμοι, λένε οι επιστήμονες, σ’ ένα τσαντάκι να έχουμε τα απολύτως απαραίτητα τούδε και στο εξής… κι ο φόβος αρχίζει να φωλιάζει. Οι πιο αισιόδοξοι θα το δουν ως λύση.
Έτσι είχα και γω έτοιμη πάντα μια τσάντα, δίπλα στην πόρτα, μετά τον σεισμό του 1999 που με βρήκε στη Θήβα. Για δυο μήνες, ανανέωνα νερά, ρούχα και μπαταρίες, μπισκότα και φρυγανιές. Βαρέθηκα όμως να φοβάμαι, κουράστηκα να προετοιμάζομαι για ένα επερχόμενο κακό και άφησα την τσάντα.
Μα η πραγματικότητα μας σκουντάει επίμονα. Και τη μια στιγμή είσαι νοικοκύρης, την άλλη ξένος στον τόπο σου. Ξένος ανάμεσα σε ξένους, ξένος ανάμεσα σε γνωστούς, πού τόπος να σε δεχτεί ξανά και ποιός θ’ ανοίξει το σπίτι του να σε φιλέψει;
Νερό πολύ και λάσπη. Φερτά υλικά σου χτύπησαν την πόρτα και η μόνη σωτηρία ο ουρανός. Ταράτσες γεμάτες ανθρώπους και ζώα. Ποιός να το φανταζόταν; Ποιός να το πίστευε; Γιαγιάδες και παππούδες με μια τσαντούλα φάρμακα δεμένη στα χέρια που τρέμουν, απογοητευμένοι πια, εξαντλημένοι, μόνοι, αλλά σώοι… Πολλοί δε θα έχουν μπει ποτέ σε αεροπλάνο, τώρα ένα ελικόπτερο τους βγάζει στη στεριά!
Αυτό θα ‘ταν το ριζικό τους φαίνεται, να ζήσουν σε τούτη την ηλικία απώλεια, ξεριζωμό, να δουν από ψηλά όσα θα έπρεπε να μοιάζουν όμορφη ζωγραφιά. Σκληρές οι εικόνες και η πραγματικότητα ακόμα πιο σκληρή. Δεν αντέχεται η σκέψη ότι όλοι, ίσως, κάποτε βρεθούμε στη θέση τους.
Ας είναι καλά οι διασώστες, όλοι οι άνθρωποι που κάνουν αλυσίδα υποστήριξης με τα χεράκια τους και την καλή τους την καρδιά, ευλογημένοι ας είναι.
Κι οι μέρες περνούν και ξανά στεκόμαστε μουδιασμένοι μπροστά στις εικόνες που φτάνουν από τις πληγείσες περιοχές της Ελλάδας μας και τις πολλές απώλειες ανθρώπων, ζώων και κόπων. Στεκόμαστε αλληλέγγυοι και με θαυμασμό μπροστά στη δύναμη των συνανθρώπων μας που έχασαν το βιος τους αλλά όχι την ελπίδα τους.
“Θα τα ξαναφτιάξουμε όλα”, είπε ένας 75χρονος με χαμόγελο, μόλις πάτησε στεγνό έδαφος! Ας είναι καλά κι αυτός και όλοι που μέσα από τον πόνο βρίσκουν δύναμη! Με θαυμασμό υποκλινόμαστε και σε όλους τους ανθρώπους, αγωνιστές, εθελοντές, σωστικά συνεργεία, που ασταμάτητα εργάζονται όλες αυτές τις μέρες και συνεχίζουν. Που κρατούν τρυφερά στην αγκαλιά τους μωρά, παιδιά, ζωάκια, που μιλούν γλυκά στους πονεμένους της ζωής.
Μα η μια τραγική είδηση διαδέχεται την άλλη. Ταραγμένος πολύ ο κόσμος όλος. Καταστροφές, θανατικό. Σεισμοί και πλημμύρες και πόνος και πόλεμος. Όλα μέσα στη ζωή είναι και τίποτα δεν είναι στη φαντασία, όλα για τους ανθρώπους είναι.. όχι, δεν είναι όλα για τους ανθρώπους, δεν θα έπρεπε να είναι! Εκτοπισμένοι από τον παράδεισο για πόσο; Για πόσο μόνοι κι αβοήθητοι στα λάθη θα χάνουν τη ζωή τους οι αθώοι;
Τίποτα δεν είναι ψέμα, τίποτα ας μην ήταν αλήθεια!
Σε τούτο δω το μαχαλά, ας ήταν όλα ειρηνικά! Και όμορφα, όπως από τη φύση τους πλασμένα, αγγελικά! Ψάχνουμε επίμονα το καλό, μια όμορφη εικόνα που θα μας κάνει να ξεχαστούμε. Δεν πειράζει. Δεν είναι κακό. Η ομορφιά κερδίζει πάντα, ο παράδεισος μέσα μας αναζητά χαρά και σωτηρία στα χρώματα, στους ήχους, στη σιωπή κάποτε…
… άκουσα, μέσα στα πολλά μαρτυρία ανθρώπου, πως κάποια δικά του ζώα έφυγαν μόνα τους προς το βουνό, βρήκαν μόνα τους τη σωτηρία στο ύψωμα. Θα κατέβουν, όταν το περιστέρι τους δείξει με ένα κλαδί ελιάς ότι όλα έγιναν όπως πριν…
Αταίριαστα δύσκολες οι στιγμές μπροστά στο φως της ζωής και φτωχά τα λόγια. Τί μπορείς να πεις στον πονεμένο; Στην καταμέτρηση ακόμα νεκρών και αγνοουμένων κρατάμε την ανάσα μας και περιμένουμε, με πόνο ψυχής…
Μα ας μη χάνουμε το θάρρος και την ελπίδα μας! Όλα θα τα φτιάξουμε από την αρχή, όπως σοφά είπε ο παππούς που ένα ελικόπτερο τον έδωσε στη ζωή ξανά. Όλα θα ξαναγίνουν! Εγώ, δεν είμαι σίγουρη, μα κάτι περισσότερο θα ξέρει αυτός, κάτι θα έχει μέσα του κρυφή ελπίδα και χαρά… ας τον ακολουθήσουμε!