Λίγες μέρες πριν το Πάσχα του 2023, έφτασε στα χέρια μου το φωτογραφικό λεύκωμα «ἐν τῇ ὁδῷ, ᾗ ἐπορεύθημεν» Ασύχναστοι τόποι στη Μητρόπολη Δημητριάδος, της Όλιας Γκλούσενκο και του Κωστή Δρυγιανάκη.
Μια εξαιρετικά ευαίσθητη καταγραφή, “όπως ταίριαζε στο μάτι και στην ψυχή τους”, με λεπτομέρειες από μικρά εξωκλήσια που βρέθηκαν στο δρόμο τους από το 2005, την εποχή που η Όλια ήρθε στην Ελλάδα.
Ένα προσωπικό ημερολόγιο, μια καταγραφή «των δρόμων όπου περπάτησαν» είναι το λεύκωμα αυτό, που μέσα από την ευαίσθητη και καλλιτεχνική ματιά τους κατάφεραν να ξεχωρίσουν το απλό μα τόσο όμορφο, αυτό που ίσως κάποιος να προσπερνούσε χωρίς δεύτερη ματιά.
Συνταιριάζοντας όλες τις τέχνες τις καλές, περνώντας μέσα από μονοπάτια της οικονομίας και της φυσικής, της μουσικής και των χρωμάτων, της φωτογραφίας και της οικοτυπίας, καλωσορίζουμε στο elpis calling την Όλια Γκλούσενκο και τον Κωστή Δρυγιανάκη…
Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, γράφει στο προλογικό σημείωμα του λευκώματος κάτι πολύ αληθινό και ουσιαστικό. Αναφέρει ότι στην Εκκλησία, συχνά ενδιαφερόμαστε για την ορθότητα… και κάποτε καταλήγουμε να χάνουμε τις βαθύτερες σημασίες. Αν κάτι έκανε το λεύκωμα αυτό να ξεχωρίσει, είναι η απλότητα και η «λαϊκή» ομορφιά της εκκλησίας στη βάση της, αφήνοντάς μας το γλυκό αίσθημα της αγάπης και της φροντίδας που μπορεί να προκύψει με την εικόνα ενός απλού καντηλιού που φωτίζει, ενός λουλουδιού πλάι σε μια αγιογραφία, κάποιας παλιάς δαντέλας που στολίζει ένα αναλόγιο, ενός πλαστικού τραπεζομάντηλου, τα βήλα στις εικόνες όπως την αγκαλιάζουν.. Τί σας έκανε αλήθεια να θέλετε να ασχοληθείτε εξ αρχής με αυτό το θέμα;
Θα θέλαμε να καταργήσουμε όλους τους προσδιορισμούς (όπως το «απλό» ή το «λαϊκό») και να κρατήσουμε μόνο το «όμορφο», όπως το λέμε και στο εισαγωγικό κείμενο. Μας κινητοποίησε η αίσθηση ότι αυτό που βλέπαμε ήταν όμορφο, και εξακολουθούμε να βλέπουμε έτσι ως σήμερα. Βλέπουμε ομορφιά στο πλαστικό τραπεζομάντηλο, την παλιά δαντέλα, τη γάζα των αρχαιολόγων αλλά και τη συνύπαρξη όλων αυτών, και αυτό θέλουμε να δείξουμε και στον θεατή αναγνώστη. Το ερώτημα βέβαια έτσι μετατοπίζεται. Γιατί κάτι μας φαίνεται όμορφο; Ποια είναι τα κριτήρια; Είναι ίδια για όλους; Είναι σταθερά στο χρόνο; Η απάντηση είναι αρνητική, όλα είναι ρευστά. Γι αυτό ξαναλέμε πως πρόκειται για την προσωπική μας κρίση· «αυτό που μας φάνηκε όμορφο».
Οι σχετικοί ορισμοί είναι τελικά προσωπικοί˙ το ωραίο του ενός μπορεί να είναι το άσχημο του άλλου και το λαϊκό του ενός μπορεί να είναι το λόγιο του άλλου…
Όπως λέτε, προέρχεστε από τον «θύραθεν» κόσμο. Και μου έρχονται στο νου ψυχωμένοι σοφοί άνθρωποι που βρίσκονται στην πηγή και στην ουσία, κρατώντας με αγάπη τον πιο απλό τρόπο έκφρασης μιας βιωμένης και βαθιάς πίστης κι από την άλλη η ακατάληπτη – όχι σπάνια- θεολογική λογοδιάρροια που σχολιάζει αφ’ υψηλού κάποιες φορές τους «ταπεινούς», ερμηνεύοντας συνεχώς κάτι που νομίζω είναι ανερμήνευτο, περισσότερο έχει να κάνει με την καρδιά και πως αυτή δέχεται τη Χάρη παρά με τη λογική. Προφανές σε ποια μεριά βρίσκεστε, αλλά θα ήθελα να ρωτήσω.. Με τον άρχοντα ή το δούλο;
Συμφωνούμε στο πρόβλημα της «θεολογικής λογοδιάρροιας», έχουμε κατ’ επανάληψη δει ιερείς να μιλούν επί ώρα λέγοντας ανοησίες, αλλά δεν βλέπουμε να τίθεται τελικά ερώτημα χάρης ή λογικής. Το ερώτημα είναι να σκύψουμε και να αφουγκραστούμε· να γνωρίσουμε αυτό που είναι απέναντι, να δούμε ποιες είναι οι ερωτήσεις, παρά να παπαγαλίζουμε δήθεν απαντήσεις, όπως συμβαίνει τακτικά στον εκκλησιαστικό κόσμο. Δεν είναι ούτε ερώτημα δούλου ή άρχοντα· όπως λέει κάπου το Ευαγγέλιο, «ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν». Ο πραγματικός άρχοντας πρέπει να είναι έτοιμος κάθε στιγμή να γίνει ο δούλος ολωνών. Αυτό είναι που τον καθιστά άρχοντα.
Ο καλλιτέχνης, έλεγε ο Μαρσέλ Ντυσάν, είναι κάτι σαν μέντιουμ. Δεν ελέγχει συνειδητά αυτό που παράγει, είναι ένας δίαυλος, μέσα από τον οποίο δημιουργείται το έργο τέχνης. Το έργο, τελικά, δεν είναι «δικό του». Ενστερνιζόμαστε απόλυτα αυτή την αντίληψη του.
(Σχετικές αναφορές: Αντώνης Λιάκος, Πώς το παρελθόν γίνεται ιστορία; Πόλις, 2007 (σσ. 253 κ.ε.)· Dimitri Conomos, «Η Ορθοδοξία στη Μεγάλη Βρετανία» στο συλλογικό τόμο Η Μαρτυρία της Ορθοδοξίας στη Δύση: Σύναξις Ευχαριστίας προς τιμήν του Μητροπολίτη Διοκλείας Κάλλιστου Ware (επιμ. Παντελής Καλαϊτζίδης & Νικόλαος Ασπρούλης), Εκδοτική Δημητριάδος, 2018 (σ. 217)· Marcel Duchamp, The Creative Act, Lecture at the Museum of Modern Art, New York, October 19, 1961.
Στο «διαχωρισμό» του χριστιανισμού σε πλούσιο και φτωχό, ισχυρό και αδύναμο, λόγιο και λαϊκό, περιποιημένο κι εγκαταλειμμένο, μαζικό και μοναχικό, συνειδητό και συγκυριακό αλλά ταυτόχρονα και δίπλα δίπλα, αρχίσατε να επιλέγετε αυτό που ταίριαζε στο μάτι και στην ψυχή σας, όπως λέτε. Και αυτό είναι κάτι ξεκάθαρο στο λεύκωμα, γιατί πραγματικά η κάθε φωτογραφία σας ζουμάρει σ’ αυτό που μιλά και στη δική μας ψυχή. Είμαστε άραγε πιο κοντά στην αναζήτηση αυτού που ποθεί η ψυχή όταν βρεθούμε σε ένα μοναχικό και έρημο ξωκλήσι;
Δεν το ξέρουμε αυτό. Θα λέγαμε απλά ότι αυτό αισθανόμαστε ως δική μας ανάγκη. Δεν ξέρουμε αν ισχύει ομοίως για όλους τους ανθρώπους. Εικάζουμε ότι υπάρχουν και άλλοι σαν κι εμάς, αλλά υπάρχουν βέβαια και διαφορετικοί.
Η ματιά μας αναπόφευκτα είναι λίγο ανθρωπολογική˙ ανακαλύπτοντας την ομορφιά του άλλου ανασυνθέτουμε τον ίδιο μας τον εαυτό…
Πόσες φωτογραφίες ήταν το αρχικό υλικό σας και σε πόσες έπρεπε τελικά να καταλήξετε για να δημιουργηθεί αυτό το λεύκωμα των διακοσίων δεκαέξι σελίδων;
Αυτό ήταν δύσκολο πρόβλημα, και αναγκαστήκαμε να αφήσουμε πολύ υλικό έξω από το λεύκωμα. Δεν ξέρουμε πόσες φωτογραφίες έχουμε τραβήξει μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια και δεν μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι διαλέξαμε τις καλύτερες για το λεύκωμα. Μετά από μερικά χρόνια, ίσως άλλες μοιάζουν καλύτερες στα μάτια μας. Τα πάντα ρει.
Ζούμε στην εποχή των φίλτρων. Όλα πρέπει να είναι ωραιοποιημένα, όλα κάπως φτιαγμένα για να δείχνουν την πραγματικότητα «περιποιημένη», κάποιες φορές εντελώς διαφορετική από αυτή που είναι, ως και παραποιημένη και τόσο αλλοιωμένη που να μην έχει καμιά σχέση με την αλήθεια. Πώς τα πάτε με τα φίλτρα και στις φωτογραφίες και στη μουσική σας Κωστή που είναι τόσο ιδιαίτερη; Πρέπει να αρχίσουμε να εκπαιδεύουμε το αφτί και το μάτι μας στο γνήσιο, στο αληθινό; Αλλά και το αληθινό μήπως είναι υποκειμενικό τελικά;
Φίλτρα υπάρχουν παντού και όλα είναι υποκειμενικά. Το ότι διαλέγουμε αυτή και όχι εκείνη την εικόνα, είναι κι αυτό ένα φίλτρο. Η πραγματικότητα, ως σύνολο, μας ξεπερνά. Τί είναι γνήσιο και αληθινό; Συνειδητά έχουμε αφήσει έξω από το λεύκωμα εικόνες που μας φαίνονταν άσχημες· αν κάναμε μια ανθρωπολογική μελέτη, θα έπρεπε να τις λάβουμε κι αυτές υπόψη. Μήπως τελικά το ερώτημα είναι η ύπαρξη κοινής γλώσσας; Όμως μην ξεχνάμε ότι καμιά γλώσσα δεν είναι κοινή για όλους γενικά. Κοινοποιούμε αυτό που κάνουμε ελπίζοντας ότι κάποιοι θα ανταποκριθούν. Θα ήμασταν ανόητοι αν περιμέναμε να ανταποκριθούν όλοι.
Όλια, εσείς βιώνετε την τέχνη γενικώς και σε όλες της τις εκφάνσεις, παρά τις οικονομικές σπουδές σας. Η ποιότητα όσων φτιάχνετε είναι μοναδική και ιδιαίτερη. Είστε η ψυχή του λευκώματος και τα κλικ σας μιλούν στην ψυχή μας. Πόσο σπουδαία τέχνη είναι η φωτογραφία σε μια εποχή που όλοι φωτογραφίζουμε, αλλά ελάχιστοι θα σταθούμε στην ουσία; Πόσο σπουδαία είναι αυτή η τέχνη στην εποχή της selfie; Έχουμε χιλιάδες αποθηκευμένες φωτογραφίες στα κινητά και στη μνήμη των συσκευών μας, αλλά λίγοι έχουμε πια τυπωμένες φωτογραφίες, ενθύμιο και αναμνηστικό της στιγμής που ήρθε και χάθηκε…
Τα ψηφιακά μέσα δεν αποτελούν πρόβλημα. Κακές και άχρηστες φωτογραφίες έβγαιναν κατά κόρον και στην εποχή των φωτογραφικών φιλμ. Αναμνηστικό χαρακτήρα έχουν όλες οι εικόνες, ψηφιακές και έντυπες· όμως, για ποιόν; Το θέμα είναι να μπορούμε να βρούμε ουσία, πίσω από τα μέσα. Είναι ένα ερώτημα αφοσίωσης και πίστης, τελικά, περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Οι σέλφι είναι ένα διαφορετικό θέμα· είναι μια από τις προσπάθειες του σημερινού ανθρώπου να κάνει μια δουλειά (συγκεκριμένα να φωτογραφηθεί μπροστά ή μαζί με ένα αντικείμενο που θεωρεί σπουδαίο) χωρίς να προσφύγει στη βοήθεια άλλου ανθρώπου. Είναι το ίδιο όπως όταν κοιτάς το δρόμο σου στο κινητό αντί να ρωτάς τους ντόπιους. Και τα δυο έχουν τα συν και τα πλην.
Μας είλκυε η τέχνη, ιδιαίτερα εκείνες οι μορφές τέχνης που παραμένουν ανεπίγνωστες, που περιμένουν κάποιον να τις ανακαλύψει…
Η εικόνα του εξώφυλλου και ο τίτλος του λευκώματος, πρέπει να ομολογήσω ότι ήταν αρκετά για να με κάνουν να το αναζητήσω. Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του χάθηκα στις φωτογραφίες αυτού του αγαπημένου και πανέμορφου τόπου σας. Γιατί διαλέξατε ως τίτλο φράση από τη Γένεση;
Μας ταίριαξε η συγκεκριμένη φράση, όπως και η γλώσσα που χρησιμοποιεί· η οποία φράση, ας σημειωθεί, είναι αρκετά μακριά από το εβραϊκό πρωτότυπο. Η Βίβλος, με την μισο-ακατανόητη σήμερα γλώσσα της μετάφρασης των Εβδομήκοντα, έχει μια γοητεία. Η αμφισημία έχει πάντα γοητεία.
Τόπος διαμονής σας είναι ένα υπέροχο σημείο της περιοχής του Βόλου, μέσα στη φύση και στην πραγματική ομορφιά. Θεωρείτε ότι ο τόπος που ζούμε έχει ρόλο στη διαμόρφωση της αισθητικής μας, στον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα, που νιώθουμε και που εκφραζόμαστε;
Η αισθητική είναι κομμάτι της ζωής. Αισθητική είναι το τραπέζι της κουζίνας, το κάγκελο στο μπαλκόνι, το κουρεμένο γκαζόν στο πάρκο, το πεταμένο ντενεκεδάκι στο δρόμο. Δεν είναι μόνο τα μουσεία. Αν η τέχνη δεν μας χαροποιεί, αν δεν μας ικανοποιεί σαν μια συνάντηση με έναν καλό φίλο, θεωρούμε ότι είναι άχρηστη, ίσως και βλαβερή.
Ας μην κατανοηθεί αυτή η φράση ως προτροπή για μια γλυκανάλατη τέχνη. Τέχνη που μας αναστατώνει, που μας προβληματίζει κλπ μπορεί να είναι εξίσου ευχάριστη. Μπορεί βεβαίως και να μην είναι. Τί είναι αυτό που μας χαροποιεί τελικά;
Ελπίζετε ακόμη Όλια και Κωστή;
Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Όμως, τί ακριβώς ελπίζουμε;
Μια ευχή για τους αναγνώστες του elpis calling…
Αν πράγματι ευχόμαστε κάτι, πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε προσπάθειες για την πραγματοποίηση του!
………………………………………………..
[Τα παραθέματα είναι από το προλογικό σημείωμα του λευκώματος «ἐν τῇ ὁδῷ, ᾗ ἐπορεύθημεν» Ασύχναστοι τόποι στη Μητρόπολη Δημητριάδος]
Φωτογραφία τίτλου από το αρχείο της Όλιας Γκλούσενκο και Κωστή Δρυγιανάκη
Φωτογραφίες κειμένου Ελπίδα Πατεράκη