Κυκλώνες η ζωή μας και λιακάδες…
Ακούω στον υπολογιστή μου καθώς γράφω μια χαλαρωτική τζαζ με ήχους βροχής, που έρχεται μέσα από ένα ατμοσφαιρικό μπαρ και που επιτρέπει στο μυαλό να δημιουργήσει εικόνες. Τι ωραία να ακούς την ένταση της βροχής προφυλαγμένος σε έναν όμορφο χώρο, με καλή παρέα και συζητήσεις και έρωτες και αγάπες και χαλάρωση και σχέδια και συμφωνίες και διαφωνίες και χωρισμούς…
Η ένταση της βροχής για λίγο χαλαρώνει, ανασκουμπώνονται όσοι ετοιμάζονται να φύγουν μόλις η έντασή της πέφτει, μπαίνουν μέσα βιαστικά και μουσκεμένοι όσοι αναζητούν καταφύγιο και λίγη ζεστασιά. Φώτα που τρεμοπαίζουν, κεριά που μαλακώνουν το βλέμμα και την ψυχή, σακάκια και ομπρέλες να στεγνώνουν.
Τι ωραία! Τι ωραία να γίνεται ο κακός χαμός έξω και μέσα όλα να είναι ήσυχα, όλα να είναι αλλιώς! Να είναι ιδανικά καλά, όπως θα θέλαμε όλα να είναι ιδανικά καλά στη ζωή μας, με τα πάνω και τα κάτω, με τα τούτα και τα κείνα, με όσα έρχονται και φεύγουν, μα όλα αυτά να κυλούν όμορφα, ήπια, ευγενικά, χωρίς εντάσεις, εξάρσεις, φόβο και καταστροφή.
Κυκλώνες η ζωή μας και λιακάδες, καθημερινότητα και όνειρα ένα πράγμα. Μέσα σ’ όλα και η απώλεια. Τι κρίμα Θέ μου! Ακόμα ο άνθρωπος, όσα χρόνια κι αν περάσουν δε θα μπορέσει να καταστείλει την ένταση των φαινομένων και τη δύναμη της φύσης. Αυτή που ορίζεται από αλλού και που έχει δικούς της νόμους και κανόνες που εμείς ποτέ δε σεβαστήκαμε. Νομίζουμε ότι μας εκδικείται μα όχι, αυτή η έρμη φύση τη δουλειά της κάνει, αυτό που ξέρει, εμείς την εκδικούμαστε καθημερινά κι αυτή μας ανέχεται.
Και κάθε μέρα που περνά δεν μας προετοιμάζει πια για τίποτα, απλά περνά και περιμένουμε την επόμενη έκπληξη, αυτή που κάποιοι άνθρωποι δημιουργούν για τους υπόλοιπους, κάνοντας το κάθε αύριο να μοιάζει το κουτί της Πανδώρας, και περιμένουμε όλοι να βγει οτιδήποτε από κει μέσα που θα ανατρέψει “κυρίως” τα μεγάλα σχέδιά μας.
Πέρασαν οι μέρες, ήρθε η γιορτή μου, κι όσο εσείς μού ευχόσασταν εγώ μάθαινα:
ότι, στην Ινδονησία οι αντιρρησίες της χρήσης μάσκας τιμωρήθηκαν με το να ανοίγουν λάκκους για τους θανόντες από covid
ότι, ο Eugene Schmint ήταν στο Σαν Φρανσίσκο μέγας υποκινητής του anti-mask κινήματος το 1918 σε μια εποχή που κανένα συνομωσιολογικό σενάριο δεν υπήρχε ούτε σαν ιδέα
ότι, οι μελισσοφάγοι δεν τρώνε μέλισσες τελικά αλλά σφίγγες και άλλα έντομα
ότι, τα δυάρια είναι πανάκριβα και οι ιδιοκτήτες τους έχουν ξεφύγει, όπως και όλοι οι ιδιοκτήτες οι οποίοι ενώ γνωρίζουν ότι οι μισθοί είναι χάλια αυτοί εξακολουθούν να ενοικιάζουν με τιμές αριστοκρατικές
ότι, οι κυκλώνες θα είναι πιο συχνοί τούδε και στο εξής
ότι, ένας ακόμα εκνευρισμένος κυριούλης την έπεσε αγανακτισμένος σε διευθύντρια σχολείου επειδή φορούσε μάσκα
ότι, οι συγκεκριμένοι κανίβαλοι (και καρνάβαλοι) της καθημερινότητας που γελούν σε κάθε είδηση που αφορά θάνατο, ατύχημα, προσφυγικό, καιρικά φαινόμενα κλπ κλπ βρίσκονται σχεδόν σε κάθε πόστ και είναι σχεδόν οι ίδιοι κάθε φορά (προσοχή, μην παίζετε μαζί τους, είναι επικίνδυνοι)
ότι, είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσει κάποιος ως υγιής ότι φορά τη μάσκα γιατί α) μπορεί να είναι ασυμπτωματικός και β) για να προφυλαχθεί και ο ίδιος, αφού δεν υπάρχει άλλος τρόπος εκτός από τη γυάλα
ότι, οι βαρύγδουποι τίτλοι αντέχουν ακόμα μερικά λάικ αλλά ως εκεί, μην περιμένεις τίποτε περισσότερο
ότι, το τι κρατά κανείς απ’ όσα ακούει είναι αποτέλεσμα της κριτικής του ικανότητας
ότι, λιγοστεύουν οι “δικοί” μας άνθρωποι στο ένα χέρι
ότι, τίποτα δεν τελειώνει εδώ, θα έρθουν και χειρότερα και καλύτερα
… Και μετά επέστρεψα στη ρομαντική μου μουσική, στη χαλαρωτική τζαζ με τους ήχους της βροχής, τη θαλπωρή και ένα κράτημα στο χέρι, από αυτό το παλιό, ξέρεις…
Και κάπως έτσι πέρασαν οι μέρες, και ο κυκλώνας εξασθενεί και φεύγει και η λιακάδα περιμένει πάνω από το σύννεφο να εμφανιστεί!
Προσέχετε, μα περισσότερο σας παρακαλώ, μην ξεχάσετε να ζήσετε!