22 Μαΐου 1941 «Η Κρήτη• θα μας πάρουν και την Κρήτη. Αγγλικές ειδήσεις: οι Γερμανοί ρίχνουν αδιάκοπα στρατό με αεροπλάνα κι αλεξίπτωτα. Ο πόλεμος έχει φουντώσει στο νησί. Για όνομα του Θεού, πότε θα μπορέσουν οι Άγγλοι να κάνουν κάτι• αργούν, όλο και αργούν. Έχεις κάποτε την εντύπωση πως δεν ξεκίνησαν ακόμη».
29 Μαΐου 1941 «“Η Κρήτη, μια μεγάλη πληγή. Όλοι μας φταίμε• εσύ, εγώ, η Κυβέρνηση, οι Εγγλέζοι”, έλεγε σήμερα η Μαρώ το μεσημέρι. Είναι αλήθεια• είμαστε όλοι μέσα στο μεγάλο φταίξιμο. Οι Γερμανοί ανακοινώνουν από το σταθμό Αθηνών: “Επειδή σε διάφορα χωριά οι Κρητικοί κακοποίησαν Γερμανούς στρατιωτικούς, όταν δε βρίσκονται οι ένοχοι, θα καίγεται ολόκληρο το χωριό”. Ο Μπραΐμης ήταν άγιος μπροστά τους, κι εμείς τ’ αποσπόρια εκείνων που πολέμησαν τον Μπραΐμη• κολασμένοι».
30 Μαΐου 1941 «Στο τραπέζι η Μαρώ μου λέει τη διήγηση ενός Άγγλου αξιωματικού, που γύρισε χθες βράδυ από το Ηράκλειο. Τ’ αλεξίπτωτα μ’ όλα τα χρώματα, πέφτοντας μέσα στο χαλάζι των γερμανικών πολυβόλων. Οι Κρητικοί, άλλοι χωρίς όπλα, άλλοι χωρίς φυσίγγια, πέφτοντας με τα χατζάρια πάνω στον εχθρό: οι Νεοζηλανδοί με την ξιφολόγχη• κι αυτοί χωρίς πολεμοφόδια. Το Ηράκλειο ζωσμένο από παντού• το λιμάνι γεμάτο βουλιαγμένα καράβια και οι Κρητικοί λέγοντας στους Εγγλέζους: “Φύγετε εσείς• εμείς έχουμε τα βουνά”. Τα νοσοκομεία γκρεμισμένα πρώτα-πρώτα από τους βομβαρδισμούς. Γερμανοί αιχμάλωτοι ομολόγησαν πως το έκαναν επίτηδες, σύμφωνα με τις διαταγές, για να ρίξουν το ηθικό του κόσμου. Αφάνταστο μακελειό […]. Πάνω στο καράβι που τον έφερε σκοτώθηκαν 200, κι έχασαν δυο καράβια από τη νηοπομπή. Ο αξιωματικός αυτός άρχισε να κλαίει, όταν του μίλησαν για τους Κρητικούς».
Γ. Σεφέρης Προσωπικό ημερολόγιο “Μέρες”