Τα Χριστούγεννα της Αγάπης…
Οι ετοιμασίες άρχιζαν νωρίς. Η καθαριότητα πρώτο μέλημα, πλυσίματα, τακτοποιήσεις, όλα έπρεπε να μοσχοβολούν πριν τα Χριστούγεννα!
Οι επισκέψεις στη γιαγιά την περίοδο της νηστείας πριν τη μεγάλη γιορτή, συνοδευόταν από ξηρούς καρπούς, αποξηραμένα σύκα, καρύδια φρεσκοκαθαρισμένα και αμύγδαλα αφράτα της περιοχής, φιστίκια από το τσόφλι βγαλμένα, καφές στη χόβολη στο μαγκάλι, κάστανα ψημένα, παξιμαδάκι λαδερό, μελομακάρονο, φλούδες μανταρινιού στη στάχτη πάνω να δίνουν μυρωδιά και ανακούφιση και λόγια φροντίδας. Στολίδια πουθενά, μερικά κλαδιά μόνο από δέντρα του βουνού, βότανα, δυο πιάτα για το καθημερινό.
Η μαμά στο σπίτι έβγαζε από το πατάρι το μικρό πλαστικό δεντράκι, που το στόλιζαν μπάλες παλιές συναισθηματικής αξίας, βαμβάκι, λίγα φωτάκια χρωματιστά, καμιά γιρλάντα, δυο κουτιά άδεια τυλιγμένα στη βάση του για το ντεκόρ και ένα τεράστιο αστέρι στην κορυφή! Ήταν τόσο ωραίο, τόσο μαγικό αυτό το δέντρο που δεν χόρταινα να το κοιτώ, να χάνομαι στο άναψε σβήσε των λαμπιονιών, να σχεδιάζω στο μυαλό μου τις υπόλοιπες μέρες και κυρίως την ημέρα που θα έβγαινα με τα καλά μου να πω τα κάλαντα!
Δε μ’ ένοιαζε αν θα έχω παρέα, καλύτερα θα ήταν μόνη μου! Τ’ αδέρφια μας με τους φίλους τους, μεγάλα παιδιά αυτοί και δε μας έπαιζαν, έβγαιναν με μουσικά όργανα και πήγαιναν στο κέντρο, στα μαγαζιά, ολόκληρο συγκρότημα βέβαια τί τις ήθελε τις γειτονιές! Δεν πειράζει, έμενε σε μας η πόρτα πόρτα, η γειτόνισσα που ντρεπόταν να σε διώξει, η γνωστή στον απάνω δρόμο που τόσο νωρίς κανείς δεν είχε προλάβει να πάει και ήταν γρουσουζιά να μην απαντήσει καταφατικά στην ερώτηση «να τα πούμε;»
Ήταν και τότε πολύ σημαντική η χρονική στιγμή, έπρεπε να είναι μελετημένη η κάθε κίνηση, επαγγελματισμός όχι αστεία! Να είσαι με εμφάνιση σωστή και φτιαγμένα μαλλάκια, με ευγένεια και χαμόγελο, να ξεκινάς πρωί αλλά όχι πριν το κανονικό, για να πετύχεις τον άλλο στην όρεξή του πάνω, που θα χει φρέσκα κέφια να ακούσει και να δώσει, ώστε να μη φωνάξει πίσω από την πόρτα βαριεστημένα «μας τά ’παν!!!»
Εμείς περιμέναμε δέκα ή είκοσι δραχμές στην καλύτερη περίπτωση, κάποιοι ελάχιστοι και πολύ κουβαρντάδες έφταναν σε ακρότητες και έδιναν χάρτινο! Πω πω! Ήταν πολύ σημαντικό να έχω σκεφτεί ακριβώς τί δώρα θα αγόραζα σε μένα και στους άλλους, κυρίως στους άλλους, “για το καλό” που τόσο έντονα βίωνα ως κάτι εξαιρετικό, μοναδικά σημαντικό να μπορώ να δίνω χαρά!
Στο χωριό τα πράγματα κυλούσαν διαφορετικά. Έλεγαν τα κάλαντα μεγάλες παρέες γυρνώντας από σπίτι σε σπίτι και οι πόρτες όλες άνοιγαν και οι νοικοκυρές κερνούσαν ό,τι είχαν, ξηροκάρπια, ρακή, κάποιο γλυκό!
Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρει η κτίσις όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων…
… Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και κρουσταλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα
Aπού τον έχεις τον υγιό το μοσχοκανακάρη
λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις.
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ’ ένα χρυσό βεργάλι
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι.
Έχετε γιο στα γράμματα που σέρνει το κοντύλι
να του τ΄αξώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι…
Στην πόλη πάλι εμείς λέγαμε τα κλασικά, τα απλά, τα πρώτα στιχάκια μόνο, αν φτάναμε και στο ποιητής των ό ό λων, ήταν μεγάλο κατόρθωμα!.. Με το μπουφάν και το κασκόλ, το πορτοφολάκι χιαστί, το τρίγωνο στο χέρι και ντριιιν τα κουδούνια των ανθρώπων, άρχιζε η πιο υπέροχη, η πιο όμορφη στιγμή της χρόνιας! Λίγοι ήταν αυτοί που δε μας καλοδέχονταν. Λίγοι έδιναν μόνο γλυκό, ένα σοκολατάκι, ελάχιστοι έδιναν μια δραχμή ή πέντε.
Διακριτικά κοιτάζαμε το στολισμένο δεντράκι της γειτόνισσας, αν ήταν κοντά στην πόρτα. Αν στεκόταν μαζί και σιγοτραγουδούσε ήταν πολύ καλό σημάδι. Αν έφευγε και αργούσε να επιστρέψει, έψαχνε κέρματα και δεν έβρισκε και τα πράγματα δε θα πήγαιναν καλά! Καταλάβαινα πότε έπρεπε να σταματήσω, πόσες στροφές να πω ή αν έπρεπε να πω όσα ήξερα! Και δεν έπρεπε να τους πιέσω ούτε να κατεβάσω μούτρα, γιατί στους ίδιους περίπου θα πήγαινα και για τα κάλαντα της πρωτοχρονιάς, πολλές φορές και των Φώτων, όλα εξαρτιόταν πάντα από τον καιρό!
Στην επιστροφή δεν περπατούσα, πετούσα! Κανείς δεν ήταν συνοδεία να μας προφυλάξει από κακοποιά στοιχεία, στοιχειά της σύγχρονης εποχής μας, κανένας δε μας ακολουθούσε πονηρά ή τουλάχιστον εγώ δεν είχα αντιληφθεί κάτι τέτοιο.
Το βράδυ αργά πια ή τα ξημερώματα ανήμερα Χριστουγέννων πηγαίναμε στην εκκλησία και η ζεστασιά της, τα αναμμένα κεριά, οι ψαλμωδίες, έκλειναν τον κύκλο της μεγάλης αναμονής, της γιορτής που περιμέναμε με λαχτάρα! Μετά, το σπίτι άνοιγε για όποιον ήθελε να έρθει, η μαμά είχε έτοιμη την πιατέλα με τα γλυκά και τα κεράσματα με το λικέρ, ετοίμαζε το φαγητό, τα επιτραπέζια παιχνίδια έπαιρναν φωτιά εκεί πάνω στο χαλί, δίπλα στη σόμπα με τη φιάλη υγραερίου και τα πεσκέσια μεζέδων και λοιπών αγαθών πηγαινοέρχονταν στη γειτονιά.
Ήταν τόσο όμορφες αυτές οι μέρες! Όλο λαχτάρα και προσμονή, όλο χαρά! Χωρίς πολλά πολλά, χωρίς χρήματα να περισσεύουν, χωρίς περιττά έξοδα και χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις ούτε από μικρούς ούτε από μεγάλους!
Μετά, σα να άλλαξαν όλα. Σταμάτησαν αυτά, δε μ’ άρεσε πια να πηγαίνω στα σπίτια μεγάλη κοπέλα και να χτυπώ τα κουδούνια, άλλαξε και η πόλη, σταδιακά άλλαξαν οι εποχές και τα μυαλά και έδωσα τη θέση μου στα παιδάκια που ακολουθούσαν, στα πιτσιρίκια που λαχταρούσαν όπως και γω κάποτε να λέω τα όμορφα κάλαντά μας.
Πόσο έχουν αλλάξει πια οι μέρες μας, πόσα λίγα ξέραμε για τη ζωή τότε, πώς ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή μας μέσα σε ώρες και πόσο εύθραυστη είναι αυτή η ισορροπία της ύπαρξής μας μα και πόσο τελικά δυνατή, ισχυρή απέναντι στο κάθε κακό όχι να το καταπολεμήσει, αλλά να το αντέξει με αξιοπρέπεια! Κι αν σήμερα απειλούμαστε από τόσα και τόσα κι αν ο ιός θερίζει ψυχές και αφήνει ανθρώπους μόνους και κουρασμένους, υπάρχει καλά δουλεμένη μια δύναμη ισχυρή που μας κάνει να υψώνουμε ανάστημα στην απειλή, στην κάθε απειλή και να ψιθυρίζουμε στον εαυτό μας λόγια αγάπης, υποστήριξης και ενθάρρυνσης.
Πόσο βουτηγμένη στο φως και στην αγάπη θα μπορούσε να είναι όλη η ανθρωπότητα όμως, αν ήξερε ο άνθρωπος πόσα θαύματα μπορεί να κάνει μόνο με την αγάπη! Το πιο δυνατό όπλο, η πιο μεγάλη απειλή στο μαύρο και καταχθόνιο μυαλό όσων σκοτεινά σκέφτονται είναι αυτή!
Όπλο ασύγκριτο και μοναδικό το φως της αγάπης! Όπλο με ισχυρές δυνάμεις που λιώνει κάθε σφαίρα, διαλύει κάθε σίδερο κι ατσάλι!
Αυτό να κρατήσουμε! Αυτό ας μείνει στις ζωές μας, αυτό ας μας οδηγήσει! Και φέτος και πάντα, ας μείνει αυτό στη φαρέτρα μας γιατί άλλο δεν έχουμε! Και μην το παραβλέψετε και μην το υποτιμήσετε. Αυτοί που γνωρίζουν, ξέρουν πολύ καλά γιατί φοβούνται ακόμα την αγάπη και όσα καλά φέρνει στον κόσμο χωρίς να ανοίξει ρουθούνι!
Ακολουθούμε και φέτος το άστρο το φωτεινό της Βηθλεέμ! Τι δώρα να κρατάμε εμείς που μείναμε κενοί από τα πολύτιμα και γέμισαν περιττά οι ζωές μας; Χρυσός, λιβάνι, σμύρνα έπεσαν από τα χέρια μας, μα έμειναν η θέληση, η αγάπη, η χαρά, το όνειρο, η προσφορά, η ελπίδα, η υπομονή, η καλοσύνη, η πίστη, η φιλαδελφία!
Ακολουθούμε το φως που λάμπει και δείχνει το δρόμο! Ξανά και ξανά και για πάντα! Τίποτα δεν έχει χαθεί, τίποτα δε γίνεται μάταια, όλα υπάρχουν για το καλό μας, όλα έχουν ένα στόχο μόνο κι αυτός είναι η πορεία μας στο πιο φωτεινό μονοπάτι της ζωής, εκεί που ο εαυτός μας γίνεται η καλύτερη εκδοχή όσων ποτέ ονειρευτήκαμε.
Χρόνια πολλά συνάνθρωποι! Χρόνια πολλά φίλοι κι αδέρφια!
Καλά Χριστούγεννα φωτοφόρα σε όλο τον κόσμο!
Μείνετε εδώ, μείνετε στην αγάπη!
Τὰ σύμπαντα σήμερον χαρᾶς πληροῦνται· Χριστὸς ἐτέχθη ἐκ τῆς Παρθένου.