Με βρίσκει άλλο ένα τέλος, λόγω τιμής, να ξεμπλέκω τις κλωστές μετά μανίας. Να τραβάω, να τυλίγω, να ξετυλίγω, αφήνοντας χαλαρή την κλωστή για λίγο μέχρι να βρω άκρη, να αγγίζω απαλά μετά μην μπερδευτεί ξανά, να τεντώνω ελαφρά μη γίνει κόμπος που δε θα λύνεται, να ηρεμώ τα νεύρα μου, να μην την τραβήξω δυνατά και πάει από κει που ‘ρθε διαλύοντας τα όλα σε χρόνο ρεκόρ!…
Θα μπορούσα βέβαια να βγω στο δρόμο και να πάω εκεί που θα μού δείξει ο άνεμος παρατώντας κλωστές δεμένες, κόμπους και μπερδέματα, να κάνω κάτι παράτολμο, ας είναι και αφελές, δεν πειράζει. Να φερθώ για λίγο όπως έκανα στα είκοσι, στα νιάτα εκείνα που δεν τα σταματά τίποτα!
Αλλά πάντα, ένα “μετά” θα ακολουθεί τη μετέωρη σκέψη όσων έγιναν, όσων έμειναν, όσων δεν άντεξαν. Κι όσων έφυγαν νωρίς πριν προλάβουν… Τουλάχιστον, όσο περνούν τα χρόνια γίνονται πιο ξεκάθαροι οι λόγοι που εκτινάσσουν μια κρίση πανικού, μαθαίνει κανείς αλλιώς τον εχθρό του, αρχίζει να καταλαβαίνει τί θα συμβεί!
Είναι βαρύ φορτίο να ξέρεις γιατί πήγε όπως πήγε η ζωή, γιατί άντεξε περισσότερο το όχι και ο φόβος.
Κι αν τα μάτια δεν αλλάζουν χρώμα, αλλάζουν τόσο πολύ όλα τα άλλα!