Με κοιτάς, σε κοιτώ και μετά σιωπή..
Με κοιτάς, σε κοιτώ λευκή σελίδα και μετά μεγάλη σιωπή…
Κοιταζόμαστε ώρα τώρα, μέρες, γράφω μια λέξη, σβήνω, λέω ξαναγράψε, το ένα θα φέρει το άλλο, τίποτα, φτιάξε ένα πλάνο, σημείωσε δυο λέξεις, απολύτως τίποτα…
Κοιτάζω τα τζάμια που ο ανατολικός τα έκανε χάλια, κολλημένη πάνω σκόνη, βροχή, λίγο χιόνι που τσουλά μέχρι κάτω ώσπου λιώνει…
Όμως τίποτα…
Σιωπή και αποσιωπητικά. Κάνω το λάθος και γράφω αποσιω-ποιητικά
Και αποσιωπώ ποιητικά όσα θα έπρεπε να φωνάξω, όσα θα έπρεπε να ουρλιάξω για να ακουστώ
Μα το ουρλιαχτό δε δίνει λύσεις, μόνο εκτόνωση, αλλά ούτε αυτό κάνω
Κρατώ κρυφό αυτό που έχω να πω
Κάνω ότι το ξέχασα αλλά αυτό είναι πάντα εκεί και περιμένει
Την ώρα που θα ανήκει στους ήχους και τα λόγια θα δημιουργήσουν την αλήθεια
Και μετά κοιτώ ξανά τα τζάμια
Τρέχει το χιονόνερο από την κορυφή στο μάρμαρο
Και καλύτερα έτσι δηλαδή
Μη μείνει τίποτα στο όρθιο οφθαλμοφανές και πάθει ψυχολογικό η διάνοιά μας
Που κι αν το βλέπουμε μπροστά μας, ξεκάθαρο, ολόκληρο
Κάνουμε ότι δεν υπάρχει
Ότι χάθηκε κάπου γιατί ήταν πραγματικά λερωμένο το τζάμι
Από σκόνες του παρελθόντος
Από γεννήματα εντόμων
Από ροές δακρύων χιονιού που πάγωσαν
Κι ένα τριζόνι μπερδεμένο στις τρύπες της σήτας, νεκρό ήδη, πώς βρέθηκε εκεί μέσα στο καταχείμωνο;
Photo by Sajad Nori on Unsplash